Glóa στα ελληνικά
Μετάφραση: glóa, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λάμψη, πυρακτώνομαι, λάμπω, φεγγοβολώ, λάμπουν, λάμπει, ανάβουν, πυράκτωσης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- glæsilegur στα ελληνικά - εξαίσιος, έξοχα, υπέροχος, κομψός, κομψό, κομψά, κομψή, ...
- glíma στα ελληνικά - παλεύω, συμφωνία, συμφωνίας, διαπραγμάτευση, πολλά, αντιμετώπιση
- glöggt στα ελληνικά - καθαρά, ξεκάθαρα, σαφής, σαφές, σαφή, σαφείς, διαυγές
- glöggur στα ελληνικά - μυτερός, οξυδερκής, κοφτερός, αιφνίδιος, σαφώς, σαφήνεια, με σαφήνεια, ...
Τυχαίες λέξεις
Glóa στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λάμψη, πυρακτώνομαι, λάμπω, φεγγοβολώ, λάμπουν, λάμπει, ανάβουν, πυράκτωσης
Μεταφράσεις: λάμψη, πυρακτώνομαι, λάμπω, φεγγοβολώ, λάμπουν, λάμπει, ανάβουν, πυράκτωσης