Πυρακτώνομαι στα ισλανδικά
Μετάφραση: πυρακτώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
glóa, anneal
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυρακτώνομαι
πυρακτώνομαι λεξικό γλώσσας ισλανδικά, πυρακτώνομαι στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- πυρήνας στα ισλανδικά - kjarni, algerlega, kjarna, kjarninn, kjarnastarfsemi
- πυρακτωμένος στα ισλανδικά - glóandi, geislandi, glóa, rauðglóandi
- πυραμίδα στα ισλανδικά - pýramída, Pyramid, píramídi, Pýramídinn
- πυρετός στα ισλανδικά - hiti, hita, sótthiti, með hita, hitasótt
Τυχαίες λέξεις
Πυρακτώνομαι στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: glóa, anneal
Μεταφράσεις: glóa, anneal