Grípa στα ελληνικά
Μετάφραση: grípa, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρπάζω, καταλαμβάνω, πιάνω, κατάσχω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- græðgi στα ελληνικά - απληστία, βουλιμία, απληστίας, την απληστία, η απληστία, πλεονεξία
- gríma στα ελληνικά - προσωπείο, μάσκα, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask
- gróa στα ελληνικά - επουλώνομαι, αυξάνομαι, επουλώνω, μεγαλώνω, γιατρεύω, επούλωση, θεραπεία, ...
- gróðrarhús στα ελληνικά - θερμοκήπιο
Τυχαίες λέξεις
Grípa στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρπάζω, καταλαμβάνω, πιάνω, κατάσχω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα
Μεταφράσεις: αρπάζω, καταλαμβάνω, πιάνω, κατάσχω, σύλληψη, παγίδα, αλιευμάτων, των αλιευμάτων, αλίευμα