Λέξη: απολύτως

Σχετικές λέξεις: απολύτως

απολύτωσ in english, απολύτως βενιζέλος, απολύτως σχετικό, απολύτωσ τίποτα, απολύτως βικιλεξικο

Συνώνυμα: απολύτως

απόλυτα

Μεταφράσεις: απολύτως

απολύτως στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
absolutely, completely, fully, strictly, entirely

απολύτως στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
totalmente, absolutamente, completamente, absoluta, absoluto

απολύτως στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
vollständig, durchaus, veraltete, absolut, völlig, unbedingt, zwingend, ganz

απολύτως στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
plein, totalement, vraiment, absolument, complètement, évidemment, entièrement, certes, tout à fait, absolue

απολύτως στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
assolutamente, assoluta, assoluto, completamente, del tutto

απολύτως στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
impreterivelmente, infalivelmente, deveras, absolutamente, verdadeiramente, totalmente, absoluta, completamente, realmente

απολύτως στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
bepaald, strikt, beslist, vooral, volstrekt, absoluut, zeker, geheel, helemaal, echt

απολύτως στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
совершенно, независимо, полностью, именно, точно, самостоятельно, целиком, вовсе, всецело, совсем, вполне, безусловно, абсолютно

απολύτως στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
absolutt, helt, fullstendig

απολύτως στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
absolut, helt, fullständigt, är absolut

απολύτως στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
täysin, vallan, ehdottomasti, ratki, ehdottoman, aivan, todella

απολύτως στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
absolut, helt, fuldstændig, er absolut

απολύτως στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
zhola, rozhodně, určitě, naprosto, samozřejmě, úplně, absolutně, zcela, nezbytně

απολύτως στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
bezwzględnie, całkowicie, kategorycznie, rzeczywiście, niepodzielnie, bezwarunkowo, koniecznie, absolutnie, oczywiście, zupełnie

απολύτως στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
teljesen, feltétlenül, abszolút, egyáltalán, teljes mértékben

απολύτως στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kesinlikle, tamamen, mutlaka, mutlak, absolutely

απολύτως στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
звичайно, абсолютно, безумовно, аякже, досконало, цілком

απολύτως στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
absolutisht, absolutisht e, absolutisht të, absolutisht i, plotësisht

απολύτως στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
абсолютно, напълно, е абсолютно, съвсем, съвършено

απολύτως στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
абсалютна, цалкам, зусім

απολύτως στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lihtsalt, lausa, absoluutselt, täiesti, väga, tingimata, täielikult

απολύτως στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
apsolutno, potpuno, posve, je apsolutno

απολύτως στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
alveg, algerlega, algjörlega, nákvæmlega

απολύτως στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
visiškai, absoliučiai, neabejotinai, tikrai, būtinai

απολύτως στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pilnīgi, absolūti, pilnībā, ārkārtīgi, noteikti

απολύτως στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
апсолутно, целосно, е апсолутно

απολύτως στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
absolut, este absolut, mod absolut, absolută, neapărat

απολύτως στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
absolutno, popolnoma, nujno, vsekakor, povsem

απολύτως στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
naozaj, zaiste, absolútne, úplne, absolutne
Τυχαίες λέξεις