Hæli στα ελληνικά

Μετάφραση: hæli, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσυλο, ασυλία, ασύλου, το άσυλο, του ασύλου, χορήγησης ασύλου
Hæli στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hækkun στα ελληνικά - αυξάνω, αύξηση, αυξήσει, αυξήσουν, την αύξηση, να αυξήσει
  • hæla στα ελληνικά - έπαινος, εκθειάζω, κολακεύω, τακούνια, φτέρνες, τα τακούνια, τακουνιών, ...
  • hæll στα ελληνικά - τακούνι, φτέρνα, τακούνια, φτέρνες, τα τακούνια, τακουνιών
  • hæna στα ελληνικά - κότα, όρνιθα, κότας, ορνίθων, όρνιθας
Τυχαίες λέξεις
Hæli στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσυλο, ασυλία, ασύλου, το άσυλο, του ασύλου, χορήγησης ασύλου