Άσυλο στα ισλανδικά

Μετάφραση: άσυλο, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hæli, Asylum, hælis, hælisleitenda, um hæli
Άσυλο στα ισλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άσυλο

άσυλο της αγίας αικατερίνης, άσυλο ανιάτων κυψέλης, άσυλο ανιάτων, άσυλο του παιδιού, άσυλο κατοικίας, άσυλο λεξικό γλώσσας ισλανδικά, άσυλο στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • άσπρος στα ισλανδικά - hvítur, hvítt, WHITE, hvít, hvíta
  • άστατος στα ισλανδικά - fickle
  • άσφαλτος στα ισλανδικά - malbik, malbiki, asfalt
  • άσχετος στα ισλανδικά - óviðkomandi, óviðeigandi, máli, ekki máli, málinu óviðkomandi
Τυχαίες λέξεις
Άσυλο στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: hæli, Asylum, hælis, hælisleitenda, um hæli