Norn στα ελληνικά

Μετάφραση: norn, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μάγισσα, Witch, μαγισσών, μάγισσας, μάγισσα που
Norn στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nokkur στα ελληνικά - κάποιος, κανένας, μερικοί, περίπου, μερικά, κάποια, ορισμένα
  • nokkuð στα ελληνικά - τίποτα, κάπως, οτιδήποτε, κάτι, Τίποτα, Ό
  • norður στα ελληνικά - βοράς, βοριάς, βόρειος, βορράς, βόρεια, βόρειο, βορρά
  • not στα ελληνικά - χρήση, χρησιμοποιώ, δεν, όχι, μην, μη, που δεν
Τυχαίες λέξεις
Norn στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μάγισσα, Witch, μαγισσών, μάγισσας, μάγισσα που