Stöðva στα ελληνικά

Μετάφραση: stöðva, Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διακόπτω, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη
Stöðva στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stökkva στα ελληνικά - πηδώ, άλμα, μεταβείτε, πηδούν, πηδήξει, πηδήσει
  • stöðugur στα ελληνικά - διαρκής, σταθερός, σταθερή, σταθερό, σταθερά, σταθερές
  • stöðvarpollur στα ελληνικά - εξέδρα, πλατφόρμα, αποβάθρες σταθμών, αποβάθρες του σταθμού, τα κρηπιδώματα που, κρηπιδώματα που, κρηπιδώματα σταθμών
  • stúlka στα ελληνικά - κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, κορίτσι που
Τυχαίες λέξεις
Stöðva στα ελληνικά - Λεξικό: ισλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διακόπτω, έλεγχος, ελέγξετε, ελέγξτε, ελέγχει, ελέγξετε τη