Áspero στα ελληνικά
Μετάφραση: áspero, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τραχύς, σκληρός, άγριος, πρόχειρος, δριμύς, χονδροειδής, αγροίκος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ayudar στα ελληνικά - βοήθημα, βοηθός, υποβοηθώ, βοηθώ, επικουρία, αρωγή, βοήθεια, ...
- dieciséis στα ελληνικά - δεκαέξι, δέκα έξι, δεκάξι
- improviso στα ελληνικά - εξαπίνης, απροσδόκητος, απροσδόκητη, απροσδόκητο, απροσδόκητες, απρόσμενη
- insincero στα ελληνικά - ανειλικρινής, ανειλικρινείς, ανειλικρινή, ανειλικρινές, είναι ανειλικρινής
Τυχαίες λέξεις
Áspero στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τραχύς, σκληρός, άγριος, πρόχειρος, δριμύς, χονδροειδής, αγροίκος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Μεταφράσεις: τραχύς, σκληρός, άγριος, πρόχειρος, δριμύς, χονδροειδής, αγροίκος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα