Último στα ελληνικά

Μετάφραση: último, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο
Último στα ελληνικά

Μεταφράσεις

  • agresión στα ελληνικά - επιδρομή, βιαιοπραγία, επιτίθεμαι, επίθεση, επιθετικότητα, επιθετικότητας, επίθεσης, ...
  • cadera στα ελληνικά - γοφός, ισχίο, ισχίου, hip, του ισχίου, ισχίων
  • candelilla στα ελληνικά - καντελίλλα, καντέλιλλα, καντελίλα, κανδελίλα
  • clarificación στα ελληνικά - διευκρίνιση, διευκρινίσεις, αποσαφήνιση, διασαφήνιση, αποσαφήνισης
Τυχαίες λέξεις
Último στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τελευταίος, τελευταία, τελευταίο, τελευταίων, περασμένο