Λέξη: γρίφος

Σχετικές λέξεις: γρίφος

γρίφος του nash, γρίφος ο σοφός ασκητής, γρίφος του αινστάιν, γρίφος στίχοι, γρίφος αϊνστάιν, γρίφος του νας, γρίφος του einstein lisi, γρίφος του αϊνστάιν λύση, γρίφος nash, γρίφος χαμένη δραχμή, γρίφος του αϊνστάιν

Συνώνυμα: γρίφος

παζλ, αίνιγμα, σπαζοκεφαλιά, απορία, κόσκινο, συλλαβόγριφος, δύσλυτο τι

Μεταφράσεις: γρίφος

γρίφος στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
conundrum, mystery, riddle, puzzler, puzzle, charade, clue

γρίφος στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
rompecabezas, misterio, acribillar, enigma, arcano, adivinanza, rompecabezas de, puzzle, puzzle de

γρίφος στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
geheimnis, mysterium, rätsel, scherzfrage, Puzzle, Puzzler, Rätsel, Puzzlespiel, Rätselspiel

γρίφος στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
cribler, cachotterie, mystère, tamis, crible, tamiser, sas, énigme, secret, passoire, arcane, devinette, casse-tête, puzzle, puzzler, jeu de réflexion, puzzle au

γρίφος στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
segreto, mistero, enigma, indovinello, puzzle, puzzle di, puzzler, rompicapo

γρίφος στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
livrado, mistério, crivar, enigma, adivinhação, misterioso, puzzler, puzzle

γρίφος στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
puzzel, mysterie, geheimenis, raadsel, puzzelaar, puzzelspel, puzzelgame, puzzels pel

γρίφος στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
решетить, грохот, просеивать, головоломка, таинственность, изрешетить, изрешечивать, решето, загадка, подноготная, истыкивать, пронизывать, таинство, сито, экран, тайна, трудный вопрос, головоломок, трудный

γρίφος στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gåte, mysterium, puzzler, oppgavespillet, oppgave, oppgavespill

γρίφος στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gåta, mysterium, pussel, puzzler, spelet, pusselspel

γρίφος στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
mysteeri, salaisuus, seula, arvoitus, dekkaritarina, pulmapeli

γρίφος στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
mystik, gåde, mysterium, puslespil, puzzle, puzzler

γρίφος στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
síto, záhada, hádanka, prosívat, tajemství, řešeto, mystérium, nesnadný problém, hlavolam, puzzler

γρίφος στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
zagadka, sito, tajemnica, podziurawić, rzeszoto, misterium, układanka, gra logiczna, puzzler

γρίφος στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
titkolózás, rejtvény, hittitok, misztérium, rejtély, szenvedélyes rejtvényfejtő, töprengő személy, rejtvényfejtő, puzzle

γρίφος στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
bilmece, sır, gizem, bilinmez, Puzzler, muamma, Puzzler bu, kafa yoran

γρίφος στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
тайна, таємниця, таїна, загадка, містерія, головоломка, визволення, важке питання, важке запитання, важче запитання, складне питання, найважче питання

γρίφος στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjëegjëzë, enigmë, enigmë të, problem i vështirë

γρίφος στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
загадка, тайна, мъчен въпрос, мъчен, мъчно, мъчения

γρίφος στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цяжкае пытанне, трудный вопрос, складанае пытанне, цяжкае пытаньне, цяжкое пытанне

γρίφος στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
müsteerium, mõistatus, keerdküsimus, puzzler

γρίφος στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
štit, zagonetka, sito, rešeto, ekran, tajna, zbunjujuće pitanje, zbunjujuće

γρίφος στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
gáta, puzzler

γρίφος στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ænigma, griphus

γρίφος στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
mįslė, mįslingumas, paslaptingumas, paslaptis, puzzle, Sudėtinga problema

γρίφος στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
noslēpums, mīkla, sarežģīta problēma, sarežģīta

γρίφος στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
puzzler

γρίφος στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
ghicitoare, enigmă, puzzler, de puzzle

γρίφος στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Zbunjujuće, Zbunjujuće vprašanje

γρίφος στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zázrak, hlavolam, hádanka, záhada, neľahký, neľahkú, neľahká, ťažká, ťažký

Στατιστικά δημοτικότητας: γρίφος

Τυχαίες λέξεις