Acontecimiento στα ελληνικά
Μετάφραση: acontecimiento, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άθλημα, συμβάν, περιστατικό, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει
Μεταφράσεις
- aconsejar στα ελληνικά - συμβουλεύω, καθοδήγηση, χειραγωγία, καμαρίλα, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, ...
- acontecer στα ελληνικά - διαδραματίζω, συμβαίνω, συμβεί, να συμβεί, συμβούν, συμβαίνουν, συμβαίνει
- acopiar στα ελληνικά - περισυλλέγω, συλλέγω, μαζεύομαι, συγκεντρώνομαι, μαζεύω, συγκεντρώσει, συγκεντρωθούν, ...
- acoplado στα ελληνικά - νταλίκα, σε συνδυασμό, συνδυασμό, συζευγμένο, συζευγμένη, συζεύγνυται
Τυχαίες λέξεις
Acontecimiento στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άθλημα, συμβάν, περιστατικό, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει
Μεταφράσεις: άθλημα, συμβάν, περιστατικό, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει