Ampliar στα ελληνικά
Μετάφραση: ampliar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτείνομαι, ενισχύω, επεκτείνω, μεγεθύνω, εκτείνω, μεγέθυνση, Κίνδυνος, μεγένθυση, enlarge, μεγεθύνετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ampliador στα ελληνικά - διαστολέα, επέκτασης, διαστολής, expander, εκτόνωσης
- ampliadora στα ελληνικά - enlarger, μεγεθυντής, Μεγένθυσης
- amplificación στα ελληνικά - έκταση, προέκταση, επέκταση, διαστολή, ενίσχυση, ενίσχυσης, ενισχύσεως, ...
- amplificador στα ελληνικά - ενισχυτής, ενισχυτή, του ενισχυτή, ενισχυτού, ενισχυτών
Τυχαίες λέξεις
Ampliar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτείνομαι, ενισχύω, επεκτείνω, μεγεθύνω, εκτείνω, μεγέθυνση, Κίνδυνος, μεγένθυση, enlarge, μεγεθύνετε
Μεταφράσεις: εκτείνομαι, ενισχύω, επεκτείνω, μεγεθύνω, εκτείνω, μεγέθυνση, Κίνδυνος, μεγένθυση, enlarge, μεγεθύνετε