Anticuado στα ελληνικά
Μετάφραση: anticuado, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαρχαιωμένος, ξεπερασμένος, ντεμοντέ, της, με ημερομηνία, ημερομηνία, χρονολογείται, ημερομηνίας
Μεταφράσεις
- anticoncepción στα ελληνικά - αντισύλληψη, αντισύλληψης, την αντισύλληψη, αντισυλληπτικών
- anticonceptivo στα ελληνικά - αντισυλληπτικός, αντισυλληπτικό, αντισύλληψης, αντισυλληπτικά, αντισυλληπτική
- anticuario στα ελληνικά - αρχαιολόγος, antiquarian, αρχαιοδίφη, αντικέρ, αρχαιοδίφης
- antifaz στα ελληνικά - πέπλος, μάσκα, να καλύψει, συγκαλύψουν, συγκαλύπτουν, mask
Τυχαίες λέξεις
Anticuado στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, ξεπερασμένος, ντεμοντέ, της, με ημερομηνία, ημερομηνία, χρονολογείται, ημερομηνίας
Μεταφράσεις: απαρχαιωμένος, ξεπερασμένος, ντεμοντέ, της, με ημερομηνία, ημερομηνία, χρονολογείται, ημερομηνίας