Ascensión στα ελληνικά

Μετάφραση: ascensión, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανάβαση, ανάληψη, Αναλήψεως, της Αναλήψεως, ανάληψή
Ascensión στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asbesto στα ελληνικά - αμίαντος, αμίαντο, αμιάντου, τον αμίαντο, αμίαντου
  • ascender στα ελληνικά - αναστηλώνω, αναρριχώμαι, ανατρέφω, ανεβαίνω, υψώνω, προάγω, προωθώ, ...
  • ascenso στα ελληνικά - προαγωγή, προώθηση, ανάδειξη, προβολή, προώθησης, την προώθηση
  • ascensor στα ελληνικά - σηκώνω, υψώνω, ασανσέρ, ανελκυστήρας, ανελκυστήρα, του ανελκυστήρα, ανελκυστήρων
Τυχαίες λέξεις
Ascensión στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανάβαση, ανάληψη, Αναλήψεως, της Αναλήψεως, ανάληψή