Λέξη: μέγγενη

Σχετικές λέξεις: μέγγενη

μέγγενη ξυλουργού, μέγγενη πρακτικερ, μέγγενη γωνιών, μέγγενη τιμές, μέγγενη matador, μέγγενη λεξικό, μέγγενη εργαλεία, μέγγενη wikipedia, μέγγενη δραπάνου, μέγγενη πάγκου

Συνώνυμα: μέγγενη

σφιγκτήρ, βίτσιο, ελάττωμα, κακία, φαυλότης, σφιγκτήρας, συσφιγκτήρας

Μεταφράσεις: μέγγενη

μέγγενη στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
rack, vice, clamp, vise, the vice, a vice

μέγγενη στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
estante, percha, vicio, vice, vicepresidente, el vicio

μέγγενη στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gestell, folterbank, quälen, ständer, foltern, zahnstange, Schraubstock, Laster, umge, Vize, Vice

μέγγενη στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rayon, étirer, tablette, torturer, portemanteau, tourmenter, supporter, martyriser, crémaillère, râtelier, étagère, bâti, vice, le vice, de vice, étau

μέγγενη στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tormentare, vice, vizio, morsa, vicepresidente, il vice

μέγγενη στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vício, Vice

μέγγενη στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rek, vice, ondeugd, Ondervoorzitter, Vice-

μέγγενη στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
мучить, рама, разорение, решетка, сцеживать, выцедить, полка, иноходь, козлы, стеллаж, дыба, мучение, стойка, каркас, изнурять, пытать, вице, заместитель, заместителя, заместителем

μέγγενη στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
stativ, reol, hylle, vice, vise, direktør, nestleder

μέγγενη στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vice, vice ordförande, last

μέγγενη στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
hylly, seimi, teline, kehys, kiristää, piinapenkki, piina, pahe, varapuheenjohtaja, Vice, varapuheenjohtajan, päinvas-

μέγγενη στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
vice, Næstformand, næstformanden, skruestik, næstformænd

μέγγενη στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
natahovat, ozubnice, stojan, polička, trpět, napínat, přihrádka, trápit, věšák, regál, mučit, svěrák, zlozvyk, neřest, vice, místopředseda

μέγγενη στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
torturować, statyw, stojak, wyciągać, wieszak, półka, zębatka, podpierać, imadło, występek, Vice, Wiceprezes, wice

μέγγενη στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
poggyásztartó, jászolrács, fogasléc, tartókeret, helyettes, alelnöke, Vice, satu, fordítva is

μέγγενη στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mengene, yardımcısı, başkan yardımcısı, vice, başkan

μέγγενη στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
расисти, віце

μέγγενη στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
ves, zëvendës, zv, zëvendëspresident, nënkryetar

μέγγενη στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
стойка, заместник, вице, вицепрезидент, зам.

μέγγενη στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
віцэ

μέγγενη στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ribi, traav, kanduma, pahe, asetäitja, ase, vastupidi, Vice

μέγγενη στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
stalak, iscrpljivati, zupčanica, polica, zamjenik, porok, vice, potpredsjednik, Potpredsjednica

μέγγενη στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
varaformaður, löstur, maður löstur, framkvæmdastjóri, aðstoðarforstjóri

μέγγενη στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
yda, pavaduotojas, vice, pavaduotoja, atvirkščiai

μέγγενη στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
netikums, vice, vietnieks, vietniece, viceprezidents

μέγγενη στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
заменик, потпретседател, заменици, Вице

μέγγενη στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
chinui, portbagaj, viciu, vice, vicepreședinte, vicepresedinte

μέγγενη στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
police, vice, podpredsednik, obratni, v obratni, podpredsednika

μέγγενη στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
police, zverák
Τυχαίες λέξεις