Auto στα ελληνικά

Μετάφραση: auto, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυτοκίνητο, κούρσα, διάγγελμα, Auto, αυτόματη, αυτοκινήτων, αυτόματης, αυτόματο
Auto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • autenticar στα ελληνικά - επικυρώνω, πιστοποιώ, ταυτότητας, επικυρώνουν, επικύρωση, έλεγχος ταυτότητας, έλεγχο ταυτότητας
  • autenticidad στα ελληνικά - γνησιότητα, αυθεντικότητα, γνησιότητας, αυθεντικότητας, την αυθεντικότητα
  • autoabastecimiento στα ελληνικά - επάρκεια, επάρκειας, την επάρκεια, αυτάρκεια, αυτάρκειας
  • autobiografía στα ελληνικά - αυτοβιογραφία, την αυτοβιογραφία, αυτοβιογραφίας, αυτοβιογραφία του, η αυτοβιογραφία
Τυχαίες λέξεις
Auto στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυτοκίνητο, κούρσα, διάγγελμα, Auto, αυτόματη, αυτοκινήτων, αυτόματης, αυτόματο