Causa στα ελληνικά

Μετάφραση: causa, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λόγος, προσαράσσω, προξενώ, βολεύω, αιτιολογία, κοστούμι, σκοπός, αιτία, αρμόζω, εξυπηρετώ, γη, προκαλώ, έδαφος, αιτίας, αίτιο, προκαλούν
Causa στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • caudaloso στα ελληνικά - πλούσιος, εύπορος, ευκατάστατος, άφθονος, άφθονη, άφθονα, άφθονο, ...
  • caudillo στα ελληνικά - ηγετικός, κύριος, αρχηγός, ηγέτης, ηγούμαι, ηγήτορας, αφεντικό, ...
  • causal στα ελληνικά - αιτιώδης συνάφεια, αιτιολογικός, συνάφεια, αιτιώδης, αιτιώδη
  • causalidad στα ελληνικά - αιτιότητα, αιτιότητας, την αιτιώδη συνάφεια, της αιτιώδους συνάφειας, την αιτιότητα
Τυχαίες λέξεις
Causa στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λόγος, προσαράσσω, προξενώ, βολεύω, αιτιολογία, κοστούμι, σκοπός, αιτία, αρμόζω, εξυπηρετώ, γη, προκαλώ, έδαφος, αιτίας, αίτιο, προκαλούν