Συχνά στα αγγλικά
Μετάφραση: συχνά, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frequently, often, are often, is often, commonly
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: συχνά
often
- συχνά
- πολλάκις
- τακτικά
- συχνά
- τακτικά
Σχετικές λέξεις: συχνά
συχνά ρωτώ οκταβα σταύρος ψαρουδάκης, συχνά συνώνυμο, συχνά ρωτώ στίχοι, συχνά λάθη στη χρήση της ελληνικής, συχνά επαναλαμβανόμενος πονόλαιμος, συχνά λεξικό γλώσσας αγγλικά, συχνά στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- συσχέτιση στα αγγλικά - correlation, correlating, association, Relation, relationship
- συσχετίζω στα αγγλικά - associate, correlate
- συχνάζω στα αγγλικά - frequent, hang out, haunt, Hang, I frequent
- συχνός στα αγγλικά - frequent, a frequent
Τυχαίες λέξεις
Συχνά στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: frequently, often, are often, is often, commonly
Μεταφράσεις: frequently, often, are often, is often, commonly