Constructor στα ελληνικά
Μετάφραση: constructor, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οικοδόμος, κτίστης, χτίστης, κατασκευαστής, κατασκευαστή, κατασκευαστή της, κατασκευάστρια
Μεταφράσεις
- constreñir στα ελληνικά - βία, δύναμη, εξαναγκάζω, περιορίζουν, περιορίσει, περιορίσουν, να περιορίσουν, ...
- construcción στα ελληνικά - κατασκευή, κτήριο, ανέγερση, δομή, κτίριο, κτιρίου, κτηρίου, ...
- construir στα ελληνικά - ανάστημα, κατασκευάζω, χτίζω, αναστηλώνω, οικοδομώ, ορθώνω, μπόι, ...
- consuelo στα ελληνικά - παρηγορώ, παρηγοριά, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Τυχαίες λέξεις
Constructor στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οικοδόμος, κτίστης, χτίστης, κατασκευαστής, κατασκευαστή, κατασκευαστή της, κατασκευάστρια
Μεταφράσεις: οικοδόμος, κτίστης, χτίστης, κατασκευαστής, κατασκευαστή, κατασκευαστή της, κατασκευάστρια