Diccionario στα ελληνικά
Μετάφραση: diccionario, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λεξικό, λεξιλόγιο, λεξικού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dibujar στα ελληνικά - ρυτίδα, ανακαλύπτω, υπόλειμμα, τραβώ, διατυπώνω, ίχνος, παρατάσσω, ...
- dibujo στα ελληνικά - ζωγραφιά, σχέδιο, σχεδίου, κατάρτιση, σχεδίασης, σχέδια
- dicción στα ελληνικά - απαγγελία, δικαιοδοσία, δικαιοδοσίας, δοσία, diction
- dicha στα ελληνικά - ευτυχία, την ευτυχία, ευτυχίας, η ευτυχία, χαρά
Τυχαίες λέξεις
Diccionario στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξιλόγιο, λεξικού
Μεταφράσεις: λεξικό, λεξιλόγιο, λεξικού