Diminuto στα ελληνικά
Μετάφραση: diminuto, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοσοδούλης, υποκοριστικός, λεπτό, λεπτομερής, μικροσκοπικός, μικρό, μικροσκοπικά, μικροσκοπικό, μικροσκοπικές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dimensión στα ελληνικά - διάσταση, διάστασης, διαστάσεις, διάσταση της, διαστάσεων
- diminutivo στα ελληνικά - υποκοριστικός, υποκοριστικό, υποκοριστικού, το μικρό, σύντμηση, μικροσκοπικό
- dimisión στα ελληνικά - παραίτηση, εγκαρτέρηση, παραίτησης, παραίτησή, την παραίτησή, την παραίτηση
- dimitir στα ελληνικά - αποσύρομαι, παραιτούμαι, παραιτηθεί, παραιτούνται, παραιτηθούν, να παραιτηθεί, παραίτησή
Τυχαίες λέξεις
Diminuto στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοσοδούλης, υποκοριστικός, λεπτό, λεπτομερής, μικροσκοπικός, μικρό, μικροσκοπικά, μικροσκοπικό, μικροσκοπικές
Μεταφράσεις: τοσοδούλης, υποκοριστικός, λεπτό, λεπτομερής, μικροσκοπικός, μικρό, μικροσκοπικά, μικροσκοπικό, μικροσκοπικές