Disminución στα ελληνικά

Μετάφραση: disminución, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περιστολή, μείωση, αναγωγή, μειωθεί, μειώσει, μειώσετε, μειώνουν
Disminución στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dislocación στα ελληνικά - εξάρθρωση, μετατόπιση, εξάρθρωσης, εξάρθρημα, αποδιάρθρωση
  • dislocar στα ελληνικά - εξαρθρώνω, εξαρθρώ, εξαρθρώσει, να εξαρθρώσει, απορυθμίζουν τις
  • disminuir στα ελληνικά - συρρικνώνομαι, κοπάζω, μειώνω, μειώνομαι, ελαττώνω, περιορίζω, μικραίνω, ...
  • disociación στα ελληνικά - λύση, διάλυμα, διάσταση, διάστασης, διαστάσεως, διαχωρισμού, διάσπασης
Τυχαίες λέξεις
Disminución στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περιστολή, μείωση, αναγωγή, μειωθεί, μειώσει, μειώσετε, μειώνουν