Ensanche στα ελληνικά

Μετάφραση: ensanche, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τέντωμα, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη
Ensanche στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ensalzar στα ελληνικά - εκθειάζω, έπαινος, επαινώ, εκθειάζουν, εκθειάζουμε, extol, εξυμνήσει τον
  • ensanchar στα ελληνικά - διευρύνω, πλαταίνω, φαρδαίνω, μεγέθυνση, Κίνδυνος, μεγένθυση, enlarge, ...
  • ensayar στα ελληνικά - ελέγχω, προσπαθώ, δοκιμάζω, εκδικάζω, επαναλαμβάνω, πρόβες, πρόβα, ...
  • ensayista στα ελληνικά - δατριβογράφος, δοκιμιογράφος, δοκιμιογράφου, δοκιμιογράφο
Τυχαίες λέξεις
Ensanche στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τέντωμα, επέκταση, διεύρυνση, επέκτασης, διαστολής, ανάπτυξη