Λέξη: αγγούρι

Σχετικές λέξεις: αγγούρι

αγγούρι βιταμίνες, αγγούρι σπορά φύτεμα καλλιέργεια, αγγούρι καλλιέργεια, αγγούρι στα μάτια, αγγούρι της θάλασσας, αγγούρι θερμίδες, αγγούρι ονειροκρίτης, αγγούρι θρεπτικά συστατικά, αγγούρι στα αγγλικά, αγγούρι συγκαλλιέργεια

Μεταφράσεις: αγγούρι

αγγούρι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cucumber, cucumbers, of cucumber, a cucumber

αγγούρι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
pepino, de pepino, el pepino, del pepino, pepino de

αγγούρι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
salatgurke, gurke, Gurken, cucumber

αγγούρι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
concombre, concombres, le concombre, de concombre, du concombre

αγγούρι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
cetriolo, cetrioli, di cetriolo, cucumber, il cetriolo

αγγούρι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pepino, de pepino, do pepino, cucumber, o pepino

αγγούρι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
komkommer, cucumber

αγγούρι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
огурец, огурцы, огурца, огурцов, огурцом

αγγούρι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
agurk, agurken, cucumber

αγγούρι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gurka, gurkan, gurkor

αγγούρι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kurkku, kurkkua, kurkun

αγγούρι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
agurk, agurker, agurken, cucumber

αγγούρι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
okurka, okurky, okurku, okurek, okurkou

αγγούρι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
ogórek, cucumber, ogórka, ogórkiem, ogórków

αγγούρι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
uborka, uborkás, uborkát, uborkával, az uborka

αγγούρι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
salatalık, hıyar, cucumber

αγγούρι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
огірок

αγγούρι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
kastravec, tranguj, kastravec i, kastraveci, kastravec të

αγγούρι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
ощурее, краставица, краставици, краставицата, от краставица

αγγούρι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
агурок, гурок, огурец, агуркі

αγγούρι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kurk, kurgi, kurki, kurgid, värske kurk

αγγούρι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kukati, kukavica, krastavac, krastavca, krastavaca, krastavci, krastavčić

αγγούρι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
agúrka, gúrku, agúrku, agúrkur

αγγούρι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
cucumis

αγγούρι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
agurkas, agurkai, agurkų, agurko, cucumber

αγγούρι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
gurķis, gurķi, gurķu, gurķa, gurķiem

αγγούρι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
краставицата, краставица, краставици, краставиците, од краставица

αγγούρι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
castravete, castraveti, castraveți, de castravete, castravetele

αγγούρι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kumara, kumare, kumar, kumarice, cucumber

αγγούρι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
uhorka, uhorky, okurka

Στατιστικά δημοτικότητας: αγγούρι

Τυχαίες λέξεις