Estrecho στα ελληνικά

Μετάφραση: estrecho, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στενός, στενόχωρος, πορθμός, σφιχτός, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Estrecho στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • estrechar στα ελληνικά - αγκαλιάζω, στύβω, σφίγγω, ζουλώ, στριμώχνω, στενός, στενό, ...
  • estrechez στα ελληνικά - δυστυχία, μιζέρια, στενότητα, στενότητας, η στενότητα, περιορισμένου εύρους, περιορισμένο εύρος
  • estrella στα ελληνικά - αστέρι, πρωταγωνιστής, αστέρων, Κατηγορία, αστέρων ξενοδοχείο
  • estrellado στα ελληνικά - έναστρος, έναστρο, έναστρου, έναστρη, τον έναστρο
Τυχαίες λέξεις
Estrecho στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στενός, στενόχωρος, πορθμός, σφιχτός, κοντά, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής