Gesto στα ελληνικά
Μετάφραση: gesto, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειρονομία, γνέφω, χειρονομώ, κίνηση, χειρονομίας, χειρονομία που
Μεταφράσεις
- gesticular στα ελληνικά - χειρονομώ, χειρονομούν
- gestión στα ελληνικά - διεξάγω, φέρσιμο, κατεύθυνση, διαγωγή, συμπεριφορά, διοίκηση, διαχείριση, ...
- geógrafo στα ελληνικά - γεωγράφος, γεωγράφο, γεωγράφου, του γεωγράφου, ο γεωγράφος
- gigante στα ελληνικά - απέραντος, γίγαντας, τεράστιος, πελώριος, γίγαντα, γιγαντιαίο, γιγαντιαία, ...
Τυχαίες λέξεις
Gesto στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειρονομία, γνέφω, χειρονομώ, κίνηση, χειρονομίας, χειρονομία που
Μεταφράσεις: χειρονομία, γνέφω, χειρονομώ, κίνηση, χειρονομίας, χειρονομία που