Grosero στα ελληνικά
Μετάφραση: grosero, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγροίκος, χονδροειδής, σκληρός, τραχύς, πρόχειρος, αγενής, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- grito στα ελληνικά - φωνάζω, στριγκλίζω, κραυγή, στριγγλίζω, κλήση, αγανάκτηση, κραυγάζω, ...
- grosella στα ελληνικά - φραγκοστάφυλλο, φραγκοστάφυλο, φραγκοστάφυλου, ριβήσιο, gooseberry
- grosor στα ελληνικά - πυκνότητα, πάχος, πάχους, το πάχος, πάχος του, του πάχους
- grotesco στα ελληνικά - εκκεντρικός, τερατώδης, απίθανος, αλλόκοτος, τραγελαφικός, γκροτέσκο, τραγελαφικό, ...
Τυχαίες λέξεις
Grosero στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγροίκος, χονδροειδής, σκληρός, τραχύς, πρόχειρος, αγενής, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια
Μεταφράσεις: αγροίκος, χονδροειδής, σκληρός, τραχύς, πρόχειρος, αγενής, αγενές, αγενείς, αγενή, αγένεια