Incomodar στα ελληνικά

Μετάφραση: incomodar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοχλούμαι, κωλυσιεργώ, παρενοχλώ, παρακωλύω, κόπος, σκοτίζομαι, ενοχλώ, ενόχληση, ταλαιπωρία, αναστάτωση, δυσχέρεια, δυσκολία
Incomodar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • incoherente στα ελληνικά - ασυνάρτητος, ασυνάρτητη, ασυνάρτητο, ασυνάρτητες, ασύνδετο
  • incoloro στα ελληνικά - άχρωμος, άχρωμο, άχρουν, άχρωμου, άχρωμη
  • incomodidad στα ελληνικά - δυσφορία, ταλαιπωρία, ενόχληση, δυσφορίας, ενοχλήσεις
  • incompatibilidad στα ελληνικά - ασυμφωνία, ασυμβίβαστο, ασυμβατότητα, ασυμβατότητας, ασυμβιβάστου
Τυχαίες λέξεις
Incomodar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοχλούμαι, κωλυσιεργώ, παρενοχλώ, παρακωλύω, κόπος, σκοτίζομαι, ενοχλώ, ενόχληση, ταλαιπωρία, αναστάτωση, δυσχέρεια, δυσκολία