Δυσφημώ στα αγγλικά

Μετάφραση: δυσφημώ, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
slander, traduce, disparage, bespatter, slur, blacken
Δυσφημώ στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δυσφημώ

slur
  • δυσφημώ
  • λερώνω
  • κηλιδώνω
black
  • αμαυρώνω
  • δυσφημώ
  • μουτζουρώνω
decry
  • κατηγορώ
  • επικρίνω
  • διαβάλλω
  • κακολογώ
  • δυσφημώ
libel
  • δυσφημώ
  • λιβελλογράφω
defame
  • δυσφημώ
  • συκοφαντώ
  • κακολογώ
malign
  • δυσφημώ
  • κακολογώ
vilify
  • κακολογώ
  • δυσφημώ
  • υβρίζω
  • εξευτελίζω
blacken
  • λερώνω
  • δυσφημώ
traduce
  • δυσφημώ
  • συκοφαντώ
  • διασύρω
bespatter
  • λερώνω
  • δυσφημώ
denigrate
  • δυσφημώ
  • κακολογώ
discredit
  • κακοσυνιστώ
  • κακή σύσταση
  • δυσφημώ
  • ντροπιάζω
disparage
  • υποτιμώ
  • δυσφημώ

Σχετικές λέξεις: δυσφημώ

δυσφημώ μετάφραση, δυσφημώ ή δυσφημίζω, δυσφημώ λεξικό γλώσσας αγγλικά, δυσφημώ στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δυσφήμιση στα αγγλικά - defamation, detraction, disparagement, discredit, libel
  • δυσφημιστικός στα αγγλικά - libellous, libelous, disparaging, defamatory
  • δυσφορία στα αγγλικά - discomfort, displeasure, discontent, malaise, dysphoria, distress, pain
  • δυσχέρεια στα αγγλικά - difficulty, bottleneck, distress, difficulties, inconvenience
Τυχαίες λέξεις
Δυσφημώ στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: slander, traduce, disparage, bespatter, slur, blacken