Ingresar στα ελληνικά
Μετάφραση: ingresar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαναθέτω, μπαίνω, προσχώνω, ίζημα, εισέρχομαι, συνδεθείτε, είσοδο, συνδεθείτε στο, κάνετε είσοδο, εγγραφείτε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ingravidez στα ελληνικά - βαρύτητας, έλλειψης βαρύτητας, έλλειψη βαρύτητας, συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, έλλειψη βάρους
- ingrediente στα ελληνικά - συστατικός, εξάρτημα, συστατικό, συστατικού, ουσία, συστατικών, συστατικά
- ingreso στα ελληνικά - εισόδημα, έσοδο, εγγραφή, είσοδος, καταχώριση, έναρξη, εισόδου
- inhabitado στα ελληνικά - ακατοίκητος, κατοικείται, κατοικήθηκε, κατοικούνται, κατοικούνταν, κατοικηθεί
Τυχαίες λέξεις
Ingresar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαναθέτω, μπαίνω, προσχώνω, ίζημα, εισέρχομαι, συνδεθείτε, είσοδο, συνδεθείτε στο, κάνετε είσοδο, εγγραφείτε
Μεταφράσεις: επαναθέτω, μπαίνω, προσχώνω, ίζημα, εισέρχομαι, συνδεθείτε, είσοδο, συνδεθείτε στο, κάνετε είσοδο, εγγραφείτε