Irritación στα ελληνικά
Μετάφραση: irritación, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενόχληση, θυμός, φούρκα, οργή, ερεθισμός, ερεθισμό, ερεθισμού, ερεθισμό του, τον ερεθισμό
Μεταφράσεις
- irritabilidad στα ελληνικά - ευερεθιστότητα, οξυθυμία, ερεθιστικότητα, ευερεθιστότητας, ευερεθιστικότητα
- irritable στα ελληνικά - ευερέθιστος, εύθικτος, οξύθυμος, ευέξαπτος, ευερέθιστου, του ευερέθιστου, ευερέθιστο
- irritar στα ελληνικά - οξύνω, οργή, επιδεινώνω, θυμός, φούρκα, ερεθίσει, ερεθίσουν, ...
- irrupción στα ελληνικά - εισβολή, εισροή, εισόρμηση, εισόρμησης, εισροής
Τυχαίες λέξεις
Irritación στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενόχληση, θυμός, φούρκα, οργή, ερεθισμός, ερεθισμό, ερεθισμού, ερεθισμό του, τον ερεθισμό
Μεταφράσεις: ενόχληση, θυμός, φούρκα, οργή, ερεθισμός, ερεθισμό, ερεθισμού, ερεθισμό του, τον ερεθισμό