Macizo στα ελληνικά

Μετάφραση: macizo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θαρραλέος, ογκώδης, ουσιαστικός, εύσωμος, αξιόλογος, συμπαγής, τεράστιος, δυνατός, γερός, στερεός, οροσειρά, ορεινού όγκου, ορεινό όγκο, ορεινός όγκος, μασίφ
Macizo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • machucar στα ελληνικά - συνωστισμός, συνθλίβω, ζουλώ, μώλωπας, μελανιά, μώλωπα, εκχύμωση, ...
  • macilento στα ελληνικά - φιλάσθενος, ασθενικός, ασθενικά, ασθενικό, αρρωστημένο
  • madeja στα ελληνικά - δέσμη νήματος, κούκλα νήματος, Hank, Χανκ, του Hank
  • madera στα ελληνικά - δάσος, ξύλο, ξυλεία, ξύλου, ξυλείας, το ξύλο
Τυχαίες λέξεις
Macizo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θαρραλέος, ογκώδης, ουσιαστικός, εύσωμος, αξιόλογος, συμπαγής, τεράστιος, δυνατός, γερός, στερεός, οροσειρά, ορεινού όγκου, ορεινό όγκο, ορεινός όγκος, μασίφ