Monarca στα ελληνικά
Μετάφραση: monarca, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυρίαρχος, αυτεξούσιος, ηγεμόνας, μονάρχης, Monarch, μονάρχη, της Monarch, την Monarch
Μεταφράσεις
- momificar στα ελληνικά - ταριχεύω, ταριχεύω νεκρό
- mona στα ελληνικά - Μόνα, μοναστικό κέντρο, μοναστικό κέντρο με, η Μόνα
- monarquía στα ελληνικά - μοναρχία, μοναρχίας, βασιλείας, τη μοναρχία, βασιλεία
- monasterio στα ελληνικά - μοναστήρι, μονή, μονής, μοναστηριού, Ιερά Μονή
Τυχαίες λέξεις
Monarca στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυρίαρχος, αυτεξούσιος, ηγεμόνας, μονάρχης, Monarch, μονάρχη, της Monarch, την Monarch
Μεταφράσεις: κυρίαρχος, αυτεξούσιος, ηγεμόνας, μονάρχης, Monarch, μονάρχη, της Monarch, την Monarch