Perturbación στα ελληνικά
Μετάφραση: perturbación, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενόχληση, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- pertinente στα ελληνικά - σχετικός, οικειοποιούμαι, επιρρεπής, κατάλληλος, ταιριαστός, σφετερίζομαι, σχετικές, ...
- pertrechar στα ελληνικά - χορήγηση, παρέχω, προμήθεια, παροχή
- perturbar στα ελληνικά - αναμαλλιάζω, ενοχλώ, παρενοχλώ, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ...
- perversidad στα ελληνικά - δυστροπία, διαστροφή, διαστροφής, τη διαστροφή, διαστρέβλωσης
Τυχαίες λέξεις
Perturbación στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενόχληση, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης
Μεταφράσεις: ενόχληση, διατάραξη, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διατάραξης