Posponer στα ελληνικά
Μετάφραση: posponer, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναβάλλω, αναβάλλουμε, αναβληθεί, αναβάλλετε, αποθαρρύνεστε, αναβάλει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dama στα ελληνικά - κυρία, κοπέλα, γυναίκα, κυρίας, κυρία που
- farmacológico στα ελληνικά - φαρμακολογικός, φαρμακολογική, φαρμακολογικές, φαρμακολογικών, φαρμακολογικής
- interés στα ελληνικά - τόκος, ενδιαφέρον, επιτόκιο, ενδιαφέροντος, συμφέρον, συμφέροντος
- mortificación στα ελληνικά - πικρία, ταπείνωση, νέκρωση, απονέκρωση, τη θανάτωση, εξαγνισμού
Τυχαίες λέξεις
Posponer στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναβάλλω, αναβάλλουμε, αναβληθεί, αναβάλλετε, αποθαρρύνεστε, αναβάλει
Μεταφράσεις: αναβάλλω, αναβάλλουμε, αναβληθεί, αναβάλλετε, αποθαρρύνεστε, αναβάλει