Productivo στα ελληνικά
Μετάφραση: productivo, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραγωγικός, αποδοτικός, αποτελεσματικός, παραγωγική, παραγωγικές, παραγωγικών, παραγωγικό
Μεταφράσεις
- concordato στα ελληνικά - εκκλησιαστικό σύμφωνο, κονκορδάτο, concordat, Κονκορδάτου, κονκορδάτο που
- desaliento στα ελληνικά - αποθάρρυνση, αποθάρρυνσης, την αποθάρρυνση, απογοήτευση, η αποθάρρυνση
- espantapájaros στα ελληνικά - σκιάχτρο, σκιάχτρου, Scarecrow, σκιάχτρο που, σκιάχτρα
- incentivar στα ελληνικά - διεγείρω, ενθαρρύνω, ενθαρρύνει, ενθαρρύνουν, την ενθάρρυνση, να ενθαρρύνει
Τυχαίες λέξεις
Productivo στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραγωγικός, αποδοτικός, αποτελεσματικός, παραγωγική, παραγωγικές, παραγωγικών, παραγωγικό
Μεταφράσεις: παραγωγικός, αποδοτικός, αποτελεσματικός, παραγωγική, παραγωγικές, παραγωγικών, παραγωγικό