Propiamente στα ελληνικά
Μετάφραση: propiamente, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωστά, ευπρεπέστατα, δεόντως, καταλλήλως, κατάλληλα, ορθή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- adobar στα ελληνικά - μαυρίζω, μαύρισμα, τουρσί, περίοδος, καφετί, περίοδο, βυρσοδεψώ, ...
- amarradura στα ελληνικά - προσόρμιση, Αγκυροβόλιο, αγκυροβόλησης, πρόσδεσης, ελλιμενισμού
- criado στα ελληνικά - υπηρέτρια, υπηρέτης, υπάλληλος, υπάλληλο, υπηρέτη, δούλος
- oxidar στα ελληνικά - οξειδώνω, οξειδώνουν, την οξείδωση, οξειδώσει, οξειδώνει
Τυχαίες λέξεις
Propiamente στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωστά, ευπρεπέστατα, δεόντως, καταλλήλως, κατάλληλα, ορθή
Μεταφράσεις: σωστά, ευπρεπέστατα, δεόντως, καταλλήλως, κατάλληλα, ορθή