Reducción στα ελληνικά
Μετάφραση: reducción, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μείωση, ελάττωση, περιστολή, αναγωγή, έκπτωση, σκόντο, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- anestesia στα ελληνικά - αναισθησία, αναισθησίας, την αναισθησία, χορήγησης αναισθητικών, αναισθησία με
- atávico στα ελληνικά - αταβιστικός, αταβιστική, αταβιστικό, αταβιστικές, αταβιστικών
- coartada στα ελληνικά - άλλοθι, το άλλοθι, δικαιολογία, άλλοθι για
- depositario στα ελληνικά - θεματοφύλακας, θεματοφύλακα, του θεματοφύλακα, θεματοφυλακής
Τυχαίες λέξεις
Reducción στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μείωση, ελάττωση, περιστολή, αναγωγή, έκπτωση, σκόντο, μείωσης, τη μείωση, μείωση της
Μεταφράσεις: μείωση, ελάττωση, περιστολή, αναγωγή, έκπτωση, σκόντο, μείωσης, τη μείωση, μείωση της