Suspender στα ελληνικά

Μετάφραση: suspender, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κρεμώ, διακόπτω, αναστέλλω, απαγχονίζω, απολύσουν, απολύσει, να απολύσουν, να απολύσουν τους, απολύσουν τους
Suspender στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • abrazarse στα ελληνικά - αγκαλιάζω, αγκάλιασμα, αγκαλιάσει, αγκαλιάζουν, αγκαλιάσουν, αγκαλιά
  • directiva στα ελληνικά - οδηγία, οδηγίας, της οδηγίας, την οδηγία, οδηγίας του
  • falta στα ελληνικά - βρόμικος, απουσία, αποστατώ, φτιάξιμο, υστέρημα, λάθος, απαίσιος, ...
  • mirador στα ελληνικά - μπαλκόνι, κιόσκι, κιόσκι με θέα, gazebo, το κιόσκι, κιόσκι με
Τυχαίες λέξεις
Suspender στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κρεμώ, διακόπτω, αναστέλλω, απαγχονίζω, απολύσουν, απολύσει, να απολύσουν, να απολύσουν τους, απολύσουν τους