Unificar στα ελληνικά

Μετάφραση: unificar, Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ισπανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοποιώ, συνενώνω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση
Unificar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cacao στα ελληνικά - σοκολάτα, κακό, κακάο, κακάου, του κακάο, το κακάο
  • conjeturar στα ελληνικά - πιστεύω, υποτίθεται, υποθέτω, εικασία, εικασίες, υπόθεση, εικασίας, ...
  • corte στα ελληνικά - αυλή, δικαστήριο, γήπεδο, Δικαστηρίου, δικαστικών, δικαστική
  • farol στα ελληνικά - λυχνία, φανάρι, φανός, φαναράκι, λάμπα, μπλόφα, Bluff, ...
Τυχαίες λέξεις
Unificar στα ελληνικά - Λεξικό: ισπανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοποιώ, συνενώνω, ενοποίηση, ενοποιήσει, ενοποιήσουμε, ενοποιήσουν, την ενοποίηση