Alt στα ελληνικά

Μετάφραση: alt, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταματώ, σταμάτημα, παύση, σταματήσει, διακοπή, σταματήσουν
Alt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • alpinista στα ελληνικά - ορειβάτης, Mountaineer, ορειβάτη, ορεσίβιος, αλπινιστής
  • alquanti στα ελληνικά - μερικοί, λίγοι, αρκετές, λιγοστός, λίγα, μερικός, αρκετοί, ...
  • altalena στα ελληνικά - κούνια, κουνώ, swing, ταλάντευση, εξέλιξη, ταλάντευσης
  • altare στα ελληνικά - βωμός, βωμό, θυσιαστήριο, βωμού, θυσιαστηρίου
Τυχαίες λέξεις
Alt στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταματώ, σταμάτημα, παύση, σταματήσει, διακοπή, σταματήσουν