Anticipo στα ελληνικά
Μετάφραση: anticipo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προχωρώ, πρόοδος, προκαταβάλλω, προβαίνω, προκαταβολή, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Μεταφράσεις
- antichità στα ελληνικά - αρχαιότητα, την αρχαιότητα, αρχαιότητας, αρχαία
- anticipare στα ελληνικά - προκαταλαμβάνω, προλαμβάνω, πρόβλεψη, προβλέπουν, προβλέψουν, την πρόβλεψη, προβλέψει
- antico στα ελληνικά - παλαιός, γέρος, γέρικος, αρχαίος, αρχαία, αρχαίας, αρχαίο, ...
- anticorpo στα ελληνικά - αντίσωμα, αντισώματος, αντισωμάτων, αντισώμα, αντισώματα
Τυχαίες λέξεις
Anticipo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προχωρώ, πρόοδος, προκαταβάλλω, προβαίνω, προκαταβολή, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει
Μεταφράσεις: προχωρώ, πρόοδος, προκαταβάλλω, προβαίνω, προκαταβολή, προωθήσει, την προώθηση, προχωρήσει