Appassionato στα ελληνικά

Μετάφραση: appassionato, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παθιασμένος, εμπαθής, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος
Appassionato στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • appartamento στα ελληνικά - επίπεδος, διαμέρισμα, το Διαμέρισμα, διαμερίσματος, Apartment, διαμερίσματα
  • appartenere στα ελληνικά - ανήκω, ανήκουν, ανήκει, να ανήκουν, υπάγονται
  • appassire στα ελληνικά - κατακεραυνώνω, μαραίνω, μαραίνονται, μαραθούν, μαραθεί, σβήσει
  • appello στα ελληνικά - τηλεφωνώ, έφεση, τραβώ, κλήση, έκκληση, επιτήδευμα, υπεράσπιση, ...
Τυχαίες λέξεις
Appassionato στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παθιασμένος, εμπαθής, παθιασμένοι, παθιασμένη, παθιασμένο, με πάθος