Appetito στα ελληνικά

Μετάφραση: appetito, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή
Appetito στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • appendice στα ελληνικά - παράρτημα, προσάρτημα, προσαρτήματος, το παράρτημα, του προσαρτήματος
  • appestare στα ελληνικά - μολύνω, μολύνουν, ρυπαίνουν, μολύνει, ρυπαίνει, ρύπανση
  • appetitoso στα ελληνικά - ορεκτικός, ορεκτική, ορεκτικό, ορεκτικά, νόστιμο
  • appezzamento στα ελληνικά - κλήρος, μοίρα, οικόπεδο, οικοπέδου, πλοκή, διάγραμμα, γραφική παράσταση
Τυχαίες λέξεις
Appetito στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όρεξη, όρεξης, την όρεξη, της όρεξης, όρεξή