Approvvigionamento στα ελληνικά
Μετάφραση: approvvigionamento, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παροχή, παρέχω, μέριμνα, χορήγηση, προμήθεια, προμηθεύουν, εφοδιασμό, προμηθεύει, την παροχή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- approvare στα ελληνικά - επιδοκιμάζω, εγκρίνω, εγκρίνει, εγκρίνουν, έγκριση, να εγκρίνει
- approvazione στα ελληνικά - έγκριση, παραδοχή, επιδοκιμασία, έγκρισης, την έγκριση, εγκρίσεως, έγκρισή
- appuntamento στα ελληνικά - ημερομηνία, χουρμάς, συνάντηση, διορισμός, αρραβώνες, ραντεβού, ορισμός, ...
- appuntito στα ελληνικά - οξυδερκής, αιφνίδιος, κοφτερός, αιχμηρός, μυτερός, έντονος, οξύς, ...
Τυχαίες λέξεις
Approvvigionamento στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παροχή, παρέχω, μέριμνα, χορήγηση, προμήθεια, προμηθεύουν, εφοδιασμό, προμηθεύει, την παροχή
Μεταφράσεις: παροχή, παρέχω, μέριμνα, χορήγηση, προμήθεια, προμηθεύουν, εφοδιασμό, προμηθεύει, την παροχή