Χορήγηση στα ιταλικά

Μετάφραση: χορήγηση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
provvedere, fornitura, fornire, economato, rifornimento, amministrazione, approvvigionamento, procurare, concedere, accordare, concessione, rilasciare
Χορήγηση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: χορήγηση

χορήγηση άδειας χρήσης νερού, χορήγηση αντιγράφου ποινικού μητρώου γενικής χρήσης ή δικαστικής χρήσης, χορήγηση isbn, χορήγηση κάρτας πολιτισμού, χορήγηση αντιγράφου ληξιαρχικής πράξης γέννησης, χορήγηση λεξικό γλώσσας ιταλικά, χορήγηση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • χονδροειδής στα ιταλικά - volgare, zotico, sguaiato, rude, grezzo, grossolano, rozzo, ...
  • χοντρός στα ιταλικά - grosso, grasso, lordo, pingue, completo, corpulento, robusto, ...
  • χορδή στα ιταλικά - corda, spago, accordo, accordi musicali, accordi, accordo di
  • χορευτής στα ιταλικά - ballerino, danzatore, ballerina, dancer, danzatrice
Τυχαίες λέξεις
Χορήγηση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: provvedere, fornitura, fornire, economato, rifornimento, amministrazione, approvvigionamento, procurare, concedere, accordare, concessione, rilasciare