Detergere στα ελληνικά
Μετάφραση: detergere, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκκαθαρίζω, καθαρίσει, καθαρίζει, καθαρίζουν, να καθαρίσει, τον καθαρισμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- detenuto στα ελληνικά - φυλακισμένος, τρόφιμος, κατάδικος, καταδικάζω, κρατούμενος, κρατούμενο, κρατουμένου, ...
- detenzione στα ελληνικά - συλλαμβάνω, φύλαξη, σύλληψη, φυλάκιση, ταραχή, κηδεμονία, κράτηση, ...
- determinare στα ελληνικά - αποφασίζω, προσδιορίζω, καθορίζω, υπολογίζω, καθορίσει, καθορίζουν, προσδιορίσει, ...
- determinatezza στα ελληνικά - αποφασιστικότητα, ακρίβεια, ακριβείας, ακρίβειας, την ακρίβεια, ακριβειας
Τυχαίες λέξεις
Detergere στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκκαθαρίζω, καθαρίσει, καθαρίζει, καθαρίζουν, να καθαρίσει, τον καθαρισμό
Μεταφράσεις: εκκαθαρίζω, καθαρίσει, καθαρίζει, καθαρίζουν, να καθαρίσει, τον καθαρισμό