Discepolo στα ελληνικά
Μετάφραση: discepolo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
οπαδοί, παρακολούθηση, μαθητής, ακολουθία, μαθητή, μαθητής του, απόστολος, μαθητή του
Μεταφράσεις
- discendente στα ελληνικά - επίγονος, απόγονος, φθίνουσα, κατεβαίνει, κατιούσα, κατεβαίνοντας, κάθοδο
- discendenza στα ελληνικά - ράτσα, αίμα, οικογένεια, απόγονος, γόνος, απογόνους, απογόνων, ...
- discesa στα ελληνικά - πτώση, ξεπεσμός, κλίνω, εκπίπτω, μαρασμός, καταγωγή, κατηφορίζω, ...
- dischiudere στα ελληνικά - αποκαλύπτω, εγκαινιάζω, ανοικτός, ανοίγω, ανοιχτός, ανοιχτό, ανοικτή, ...
Τυχαίες λέξεις
Discepolo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: οπαδοί, παρακολούθηση, μαθητής, ακολουθία, μαθητή, μαθητής του, απόστολος, μαθητή του
Μεταφράσεις: οπαδοί, παρακολούθηση, μαθητής, ακολουθία, μαθητή, μαθητής του, απόστολος, μαθητή του