Disturbo στα ελληνικά
Μετάφραση: disturbo, Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ιταλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενοχλώ, ενόχληση, μπελάς, ταλαιπωρία, φασαρία, αταξία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- distruzione στα ελληνικά - καταστροφή, καταστροφής, την καταστροφή, η καταστροφή, καταστροφές
- disturbare στα ελληνικά - παρενοχλώ, ενοχλώ, διαταράσσουν, διαταράξει, ενοχλούν, διαταράξουν, ενοχλεί
- disubbidienza στα ελληνικά - ανυπακοή, ανυπακοής, την ανυπακοή, η ανυπακοή, της ανυπακοής
- disuguaglianza στα ελληνικά - ανισότητα, ανισότητας, ανισοτήτων, ανισότητες, της ανισότητας
Τυχαίες λέξεις
Disturbo στα ελληνικά - Λεξικό: ιταλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενοχλώ, ενόχληση, μπελάς, ταλαιπωρία, φασαρία, αταξία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του
Μεταφράσεις: ενοχλώ, ενόχληση, μπελάς, ταλαιπωρία, φασαρία, αταξία, διαταραχή, διαταραχής, διαταραχές, διαταραχή του